Λεος

Ποσο αντρας εισαι

Αγαπητή κοινωνία…

Μου θυμίζεις εκείνο το μαγικό μέρος στο χωριό μου με τις πλούσιες πρασινάδες, τα τρεχούμενα νερά και τα ψηλά δέντρα που ξέρω με σιγουριά ότι είναι ο τόπος με τις νεράιδες και τα ξωτικά. Πολλοί από τον τόπο μου τα φοβούνται και έχουν φτιάξει έναν σωρό ιστορίες για αυτά, όμως εγώ από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου πάντα τα αισθανόμουν οικεία. Πρώτη φορά σε είδα να κάθεσαι στα βράχια δίπλα στη θάλασσα σε αυτό το μέρος που μοιάζει με νησί αλλά δεν είναι. Σου άρεσε να κάθεσαι εκεί την ώρα που σουρουπώνει μαζί με τον καλύτερο σου φίλο, ένα γλυκό κι αστείο τετράποδο πλάσμα. Τα μαλλιά σου άλλοτε φωτεινά, σχεδόν χρυσά, κι άλλοτε σκοτεινά, ακριβώς όπως και το μέσα σου. Προσπαθώ να καταλάβω πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος να έχει τόσο φωτεινά μάτια και ταυτόχρονα τόσο θλιμμένα.

Αποφασίζω να εξερευνήσω γιατί τόση αντίφαση μέσα σε ένα κορίτσι νέο, με τόσες πολλές δυνατότητες. Μπαίνω από το Τρίτο σου Μάτι -ajna chakra- και μου τα δείχνεις όλα. Σε όλη σου τη ζωή προσπαθείς να βρεις την ισορροπία μέσα σου, να μονιάσεις το φως και το σκοτάδι σου. Την ευλογία και την κατάρα να προσδιορίζεσαι ως θηλυκό.

Σε βλέπω να τρέχεις και να παίζεις σαν παιδί και κάποιος να σου φωνάζει αν πήρες αντισυλληπτικά, επειδή φάνηκε η παιδική κοιλιά σου κάτω από το μπλουζάκι σου. Είσαι μόλις 8 χρονών. Σε βλέπω να πασχίζεις να κρατήσεις την προσοχή του πατέρα σου, ενώ εκείνος δεν παίρνει τα μάτια του από την τηλεόραση, και να τρέμεις να ζητήσεις τη βοήθειά του για να αποφύγεις αυτό το συναίσθημα της απόρριψης και της εγκατάλειψης. Κι όμως αυτό να σε ακολουθεί σε όλη σου τη ζωή. Δεν είσαι αρκετή, ποτέ δε θα είσαι.

Βλέπω την εμπιστοσύνη σου στους πρώτους ανθρώπους, και ίσως στη ζωή γενικά, να σπάει και να γίνεται χίλια κομμάτια, όταν κάποιος σε παρενοχλεί σεξουαλικά. Είσαι μόλις 10 χρονών.

Βλέπω όλοι να σχολιάζουν τις ξαφνικές εμφανείς καμπύλες σου. Είσαι μόλις 12 χρονών.

Σε βλέπω να κρύβεσαι μέσα σε φαρδιά ρούχα (στο μποξαδάκι σου), γιατί δεν αντέχεις τα μάτια γύρω σου και όλοι να σχολιάζουν γιατί ντύνεσαι σαν αγόρι. Σε βλέπω να φοράς το πρώτο σου στενό παντελόνι με άγχος αλλά και ενθουσιασμό και όλοι να σχολιάζουν πάλι τις καμπύλες σου. Σε βλέπω να συμφωνείς απρόθυμα να τα φτιάξεις με ένα αγόρι, γιατί οι φίλοι σου έλεγαν ότι δε γίνεται να είσαι στη β΄ γυμνασίου και να μην έχεις δώσει ακόμα το πρώτο σου φιλί. Είσαι μόλις 13 χρονών.

Σε βλέπω να κρύβεσαι στην τάξη όλη μέρα, γιατί το δημοφιλές αγόρι του σχολείου σε είδε να περπατάς χέρι-χέρι με έναν συμμαθητή και διέδωσε έναν σωρό φήμες, ότι είσαι «εύκολη» και «φασώνεσαι». Είσαι μόλις 14 χρονών.

Βλέπω έναν άντρα να σχολιάζει τι γλυκιά που είσαι με τα σιδεράκια σου και ξαφνικά να σε πιάνει αγκαλιά και να σε φιλάει στο μάγουλο. Είσαι μόλις 15 χρονών.

Βλέπω να ελκύεις άντρες μεγαλύτερης ηλικίας, γιατί «είσαι ώριμη για την ηλικία σου» (ή μήπως αυτοί είναι ανάρμοστοι κι απρεπείς;), φίλοι του πατέρα σου να σε κοιτούν αλλιώς. Είσαι μόλις 18 χρονών.

Σε βλέπω να έχεις σχέσεις με άντρες που σε ζηλεύουν, σου απαγορεύουν να έχεις φίλους, επειδή κανείς άντρας δε θα είναι ποτέ φίλος σου. «Καλά, είσαι εντελώς χαζή;»

Σε βλέπω να έχεις σχέσεις τοξικές με ανθρώπους νάρκισσους και χειριστικούς που σε υποτιμούν, σε απατούν, δε σε σέβονται και κυρίως ενισχύουν την πεποίθηση σου ότι ποτέ δε θα είσαι αρκετή. Κι εσύ να προσπαθείς λίγο ακόμα γιατί ίσως αν αλλάξεις κάτι, θα γυρίσουν πίσω. Δεν θα σε απορρίψουν, δε θα σε εγκαταλείψουν. Σε βλέπω να κάνεις ότι δεν ακούς τα απρεπή σχόλια, ότι δεν αισθάνεσαι αντρικά μάτια να σε κοιτούν πάντα, σε ό,τι κι αν κάνεις. Όταν περπατάς, όταν χορεύεις, όταν διασκεδάζεις, όταν δουλεύεις, όταν γυμνάζεσαι. Να σχολιάζουν ότι δε χαμογελάς και ότι γελάς πολύ δυνατά. Σε βλέπω να ζεις φοβισμένη. Σε βλέπω να κλειδώνεις πάντα το αμάξι αντανακλαστικά, να κρατάς αντικείμενα σαν όπλα όταν περπατάς το βράδυ μόνη σου, να σκανάρεις πάντα το μπαρ που είσαι με τις φίλες σου και να φροντίζεις να μην υπάρχει κάποιος «περίεργος» δίπλα τους. Βλέπω το αίμα σου να βράζει όταν άντρες σε βρίζουν με τον πιο χυδαίο τρόπο ή σε ακολουθούν με το αμάξι, επειδή τόλμησες να κορνάρεις. Σε βλέπω να κάθεσαι με τις ώρες έξω από ένα αστυνομικό τμήμα, γιατί ένας άντρας σε ακολουθούσε. Βλέπω κανείς γιατρός να μην ακούει όταν προσπαθείς να εξηγήσεις τι σου συμβαίνει. Σε βλέπω να κρύβεις τον αυθεντικό εαυτό σου, για να μην ταράξεις τους πρώτους ανθρώπους, να μην τραβήξεις τα βλέμματα τους πάλι πάνω σου. Να μην ντύνεσαι όπως θες, να μην αγαπάς βάσει ανθρώπου αλλά μόνο βάσει φύλου, γιατί «έτσι πρέπει».

Νιώθεις να μην «ανήκεις» και βρίσκεις παρηγοριά στο Σύμπαν, τους συμβολισμούς του και την υπαρξιακή αναζήτηση. Σε βλέπω κάθε μέρα να βουλιάζεις όλο και περισσότερο στην κατάθλιψη, ώσπου μια μέρα εύχεσαι να μην ξυπνήσεις. Αποφασίζεις να αφήσεις αυτόν τον τόπο που τόσο σε έχει πληγώσει, να γίνεις ενέργεια μέσα στο Σύμπαν. Ζητάς ένα σημάδι -αν υπάρχει λόγος να μείνεις, ας βρεθεί στον δρόμο σου μια Σεμπρεβίβα. Είχες διαβάσει για αυτό το λουλούδι στο αγαπημένο σου βιβλίο με ξωτικά και νεράιδες που ζουν σε ένα μέρος που λέγεται Τσιρίγο και φυσικά το θεωρείς απίθανο να το συναντήσεις στον τόπο σου.

Έχει φτάσει η ώρα για έναν από τους διαλογισμούς μου. Παίρνω μια βαθιά ανάσα και συγκεντρώνομαι. Ένα έντονο φως διαχέεται από το δικό μου Τρίτο Μάτι. Σε βλέπω με δάκρυα στα μάτια να κατεβαίνεις αποφασιστικά τα βράχια. Είναι νύχτα και νιώθεις έτοιμη να φύγεις, είσαι εξαντλημένη. Σκοντάφτεις και πέφτεις σε ένα μικρό πλάτωμα με φυτά και ξαφνικά το βλέπεις. Σκουπίζεις τα δάκρυα και τρίβεις τα μάτια σου. «Δεν μπορεί!», σκέφτεσαι. Είναι το φυτό σου, ένα μικρό μπουκέτο από Σεμπρεβίβες, πλούσιες και χρυσές, ακριβώς όπως στο βιβλίο. Μένεις εκεί και τις κρατάς αγκαλιά, ενώ κοιτάς τον ουρανό και γελάς. Γελάς δυνατά μετά από χρόνια. Το Σύμπαν μίλησε κι εσύ έχεις μάθει να το ακούς. Τώρα ξέρεις τι πρέπει να κάνεις. Σηκώνεσαι και γυρνάς σπίτι, ακουμπάς τις Σεμπρεβίβες στο κομοδίνο σου και ξεκινάς να γράφεις. Γράφεις και δε σταματάς ποτέ.

Ανοίγω τα μάτια μου εξαντλημένος, η καρδιά μου έχει μικρύνει σημαντικά μετά από αυτό το τελετουργικό. Παράξενοι οι πρώτοι άνθρωποι. Ρωτάνε διαρκώς «Πόσο άντρας είσαι;» ο ένας τον άλλον και προσπαθούν με μανία να το αποδείξουν, λες και είναι η μεγαλύτερη προσβολή να είσαι οτιδήποτε άλλο.

Leos Poso andras ise
Ο μποξάς (μποξαδάκι για τα παιδιά) το φορούσαν οι χωρικές γυναίκες στα Κύθηρα, όταν οι πρωτευουσιάνες τον ίδιο καιρό φορούσαν το παλτό. Ήταν απαραίτητο συμπλήρωμα της παραδοσιακής φορεσιάς την εποχή του σπαλέτου. Ήταν τετράγωνος από μαλλί προβάτου και τον έριχναν στην πλάτη τριγωνικά καλύπτοντας σχεδόν ολόκληρο το σώμα.

Χαρά Μαυρογιώργη της γενιάς των Καραβιτών, του οίκου των Αλμοδδίνων
Almond (άλμοντ)= αμύγδαλο (παρατσούκλι γαρ)

Ακολουθήστε τον παρακάτω σύνδεσμο

και δείτε τον Λέο να ζωντανεύει.

 

Animation: Βασίλης Ζερβός
Illustration: http://kanelloscob.com/